Στην οδό Μικράς Ασίας 75, στο Γουδί, στεγάζεται ένα μουσείο αρκετά διαφορετικό από όσα έχει συνηθίσει κάποιος. Λίγοι γνωρίζουν την ύπαρξή του και αρκετά λιγότεροι το έχουν επισκεφθεί.
Η επιγραφή: «Εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας» που συναντά στην αρχή κανείς, είναι ίσως το μοναδικό που προϊδεάζει για το περιεχόμενο της μακρόστενης αίθουσας που υπάρχει στο βάθος, το Εγκληματολογικό Μουσείο της Ιατρικής Σχολής Αθηνών.
Τα εκθέματά του, μάλλον μακάβρια και σίγουρα για «σκληρά» στομάχια. Νεογνά, βρέφη ή διάφορα ανθρώπινα μέλη, κεφάλια και κρανία μέσα σε γυάλες με φορμόλη, κεφάλια ληστών, όπως αυτό του Γιαγκούλα, ναρκωτικές ουσίες, δηλητηριώδη μανιτάρια, όπλα, η μοναδική γκιλοτίνα (λαιμητόμος) που υπήρξε στην Ελλάδα καθώς και ο μουμιοποιημένος σκελετός που βρέθηκε στην σπηλιά του Νταβέλη, είναι μερικά από τα 1.500 εκθέματα που υπάρχουν στο Μουσείο Εγκληματολογίας.
Το Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων επισκέφθηκε το Μουσείο Εγκληματολογίας και κατέγραψε τα εκθέματά του.
Το ιστορικό του μουσείου
Το Εγκληματολογικό Μουσείο ιδρύθηκε το 1932 από τον καθηγητή Ιατροδικαστικής Ιωάννη Γεωργιάδη ενώ το 1974 άρχισε να αναπτύσσεται περαιτέρω. Ανήκει στο εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και χρησιμοποιείται για εκπαιδευτικούς λόγους από φοιτητές Ιατρικής, Φαρμακευτικής, Βιολογίας, αστυνομικούς, βιολόγους, νοσηλευτές, κοινωνιολόγους.
Αναφερόμενη στον ιδρυτή του μουσείου, η διευθύντρια του Εγκληματολογικού Μουσείου και καθηγήτρια Τοξικολογίας, Μαρία Στεφανίδου- Λουτσίδου μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, τόνισε: «Ο κ. Γεωργιάδης ήταν μία διαπρεπής προσωπικότητα, ένας μανιακός συλλέκτης των διαφόρων εκθεμάτων που είχαν σχέση με το έγκλημα, όλων των πειστηρίων του εγκλήματος και σιγά σιγά το 1932 ίδρυσε το Εγκληματολογικό Μουσείο το οποίο στα εκθέματά του περιλαμβάνει πάμπολλα ετερόκλητα αντικείμενα που έχουν σχέση με το έγκλημα. Βλέπουμε ότι πίσω από κάθε αντικείμενο υπάρχει και ένα έγκλημα που αφορά τον 19ο και τον 20ο αιώνα.
Ο καθηγητής Ιωάννης Γεωργιάδης υπήρξε Ολυμπιονίκης στους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 1896 που έγιναν στο Ζάππειο Μέγαρο, Ολυμπιονίκης στην ξιφασκία και τα ξίφη του τα έχει δωρίσει στο Εγκληματολογικό Μουσείο. Προσέφερε πάρα πολλά στην ιατρική και στην κοινωνία. Το μουσείο μας περιλαμβάνει περίπου 1.500 εκθέματα, εκθέματα τοξικολογικού ενδιαφέροντος, μεγάλη συλλογή από ναρκωτικές ουσίες στις οποίες εκπαιδεύονται και οι φοιτητές να αναγνωρίζουν το κάθε ναρκωτικό, μεγάλη συλλογή από όπλα, πυροβόλα όπλα κυρίως με τα οποία έχουν γίνει εγκλήματα ή αυτοκτονίες, συλλογή από δέρματα που έχουν αφαιρεθεί από νεκρούς, βέβαια μέχρι τη δεκαετία του 1950 μετά απαγορεύτηκε αυτό, δέρματα με τατουάζ».
Τα σκοτεινά εκθέματα και η ιστορία τους
Πίσω από τα εκθέματα που βρίσκονται στο Μουσείο κρύβεται και μία ιστορία, όπως αυτή του περιβόητου λήσταρχου Γιαγκούλα. Το κεφάλι του μαζί με την περίφημη «Παρδάλα» με την οποία, εκτιμάται ότι σκότωσε 54 ανθρώπους εκτίθενται στο Εγκληματολογικό Μουσείο. Στην «Παρδάλα», τη μαχαίρα του, που είχε αποκτήσει το 1917 είχε χαράξει μάλιστα και ένα ανορθόγραφο μήνυμα όπου κατακεραύνωνε την ελληνική δικαιοσύνη.
Εντυπωσιακό σημείο μέσα στο μουσείο αποτελούν και τα ταριχευμένα κεφάλια των 12 λήσταρχων, που τοποθετούνται χρονικά, γύρω στα τέλη του 19ου αιώνα-αρχές 20ού, την εποχή τότε που η ληστοκρατία στην Ελλάδα ήταν πολύ διαδεδομένη.
Παρότι η αίθουσα δεν είναι μεγάλη, τα εκθέματα είναι τόσα πολλά που μπορεί κανείς να κάθεται για ώρες και να τα παρατηρεί. Μία ακόμη συλλογή είναι αυτή από τους βρόγχους και τις θηλιές που έχουν χρησιμοποιηθεί για στραγγαλισμό, όπως επίσης και τα αυτοσχέδια όπλα που έφτιαχναν οι φυλακισμένοι από τα κάγκελα των κελιών τους. Εντύπωση προκαλεί επίσης και το ράφι εκείνο με δείγματα τριχωτού κεφαλής για προτυποποίηση χρωματισμών. Σύμφωνα με την κ. Στεφανίδου- Λουτσίδου, χρησιμοποιούνταν από την αστυνομία για να εντοπίζονται πιο εύκολα οι καταζητούμενοι. Η τζαμαρία με τα κέρινα ομοιώματα ξεχωρίζει μέσα στην αίθουσα του μουσείου. «Τα κέρινα ομοιώματα αναπαριστούν όλες τις βλάβες, όλες τις κακώσεις που έχουν συμβεί σε περίπτωση πυροβολισμού, εξ επαφής πυροβολισμού, θανάτων, πρόκλησης κακώσεων δια νύσσοντος και τέμνοντος οργάνου. Έχουμε πολλές αναπαραστάσεις σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Είναι μία καταπληκτική συλλογή που χρησιμοποιείται βέβαια για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Δημιουργός τους ήταν ο γλύπτης Μητρόπουλος υπό την καθοδήγηση του ιατροδικαστή Βασίλη Κωνσταντέλου».
Και η λίστα με τα αντικείμενα που εκτίθενται στο μουσείο Εγκληματολογίας δεν σταματά εδώ. Απέναντι από τα κέρινα ομοιώματα βρίσκονται τα δέρματα με τα τατουάζ. Πρόκειται για δέρματα ανθρώπων που όταν πέθαιναν τους αφαιρούσαν. «Αυτό γινόταν μέχρι τη δεκαετία του 1950, μετά απαγορεύτηκε. Έβγαζαν το δέρμα στον αέρα και το στέγνωναν. Για να έχει κάποιος τατουάζ εκείνη τη δεκαετία έπρεπε να είναι, ή κακοποιός ή φυλακισμένος ή ναυτικός», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Στεφανίδου- Λουτσίδου. Σε κάποια δεσπόζουν γυναικείες μορφές, σε κάποια άλλα εθνικά σύμβολα, ονόματα γυναικών και φράσεις στα γαλλικά.
Επιπλέον, ξεχωριστό σημείο μέσα στην αίθουσα, κατέχει φωτογραφικό υλικό από διάσημα εγκλήματα των αρχών του 20ου αιώνα όπως το διάσημο έγκλημα του Χαροκόπου και το πτώμα του Αθανασόπουλου που το 1931 είχαν διαμελίσει και κάψει η γυναίκα του και η πεθερά του αντίστοιχα.
Η επίσκεψη στο Μουσείο Εγκληματολογίας ξεδιπλώνει μία διαφορετική ιστορία για τον τόπο με πρωταγωνιστές εγκλήματα και εγκληματίες που συγκλόνισαν το πανελλήνιο καθώς και γεγονότα που έγιναν πρωτοσέλιδα στον Τύπο και τάραξαν την κοινή γνώμη.
Η επιγραφή: «Εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας» που συναντά στην αρχή κανείς, είναι ίσως το μοναδικό που προϊδεάζει για το περιεχόμενο της μακρόστενης αίθουσας που υπάρχει στο βάθος, το Εγκληματολογικό Μουσείο της Ιατρικής Σχολής Αθηνών.
Τα εκθέματά του, μάλλον μακάβρια και σίγουρα για «σκληρά» στομάχια. Νεογνά, βρέφη ή διάφορα ανθρώπινα μέλη, κεφάλια και κρανία μέσα σε γυάλες με φορμόλη, κεφάλια ληστών, όπως αυτό του Γιαγκούλα, ναρκωτικές ουσίες, δηλητηριώδη μανιτάρια, όπλα, η μοναδική γκιλοτίνα (λαιμητόμος) που υπήρξε στην Ελλάδα καθώς και ο μουμιοποιημένος σκελετός που βρέθηκε στην σπηλιά του Νταβέλη, είναι μερικά από τα 1.500 εκθέματα που υπάρχουν στο Μουσείο Εγκληματολογίας.
Το Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων επισκέφθηκε το Μουσείο Εγκληματολογίας και κατέγραψε τα εκθέματά του.
Το Εγκληματολογικό Μουσείο ιδρύθηκε το 1932 από τον καθηγητή Ιατροδικαστικής Ιωάννη Γεωργιάδη ενώ το 1974 άρχισε να αναπτύσσεται περαιτέρω. Ανήκει στο εργαστήριο Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και χρησιμοποιείται για εκπαιδευτικούς λόγους από φοιτητές Ιατρικής, Φαρμακευτικής, Βιολογίας, αστυνομικούς, βιολόγους, νοσηλευτές, κοινωνιολόγους.
Αναφερόμενη στον ιδρυτή του μουσείου, η διευθύντρια του Εγκληματολογικού Μουσείου και καθηγήτρια Τοξικολογίας, Μαρία Στεφανίδου- Λουτσίδου μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, τόνισε: «Ο κ. Γεωργιάδης ήταν μία διαπρεπής προσωπικότητα, ένας μανιακός συλλέκτης των διαφόρων εκθεμάτων που είχαν σχέση με το έγκλημα, όλων των πειστηρίων του εγκλήματος και σιγά σιγά το 1932 ίδρυσε το Εγκληματολογικό Μουσείο το οποίο στα εκθέματά του περιλαμβάνει πάμπολλα ετερόκλητα αντικείμενα που έχουν σχέση με το έγκλημα. Βλέπουμε ότι πίσω από κάθε αντικείμενο υπάρχει και ένα έγκλημα που αφορά τον 19ο και τον 20ο αιώνα.
Τα σκοτεινά εκθέματα και η ιστορία τους
Πίσω από τα εκθέματα που βρίσκονται στο Μουσείο κρύβεται και μία ιστορία, όπως αυτή του περιβόητου λήσταρχου Γιαγκούλα. Το κεφάλι του μαζί με την περίφημη «Παρδάλα» με την οποία, εκτιμάται ότι σκότωσε 54 ανθρώπους εκτίθενται στο Εγκληματολογικό Μουσείο. Στην «Παρδάλα», τη μαχαίρα του, που είχε αποκτήσει το 1917 είχε χαράξει μάλιστα και ένα ανορθόγραφο μήνυμα όπου κατακεραύνωνε την ελληνική δικαιοσύνη.
Εντυπωσιακό σημείο μέσα στο μουσείο αποτελούν και τα ταριχευμένα κεφάλια των 12 λήσταρχων, που τοποθετούνται χρονικά, γύρω στα τέλη του 19ου αιώνα-αρχές 20ού, την εποχή τότε που η ληστοκρατία στην Ελλάδα ήταν πολύ διαδεδομένη.
Παρότι η αίθουσα δεν είναι μεγάλη, τα εκθέματα είναι τόσα πολλά που μπορεί κανείς να κάθεται για ώρες και να τα παρατηρεί. Μία ακόμη συλλογή είναι αυτή από τους βρόγχους και τις θηλιές που έχουν χρησιμοποιηθεί για στραγγαλισμό, όπως επίσης και τα αυτοσχέδια όπλα που έφτιαχναν οι φυλακισμένοι από τα κάγκελα των κελιών τους. Εντύπωση προκαλεί επίσης και το ράφι εκείνο με δείγματα τριχωτού κεφαλής για προτυποποίηση χρωματισμών. Σύμφωνα με την κ. Στεφανίδου- Λουτσίδου, χρησιμοποιούνταν από την αστυνομία για να εντοπίζονται πιο εύκολα οι καταζητούμενοι. Η τζαμαρία με τα κέρινα ομοιώματα ξεχωρίζει μέσα στην αίθουσα του μουσείου. «Τα κέρινα ομοιώματα αναπαριστούν όλες τις βλάβες, όλες τις κακώσεις που έχουν συμβεί σε περίπτωση πυροβολισμού, εξ επαφής πυροβολισμού, θανάτων, πρόκλησης κακώσεων δια νύσσοντος και τέμνοντος οργάνου. Έχουμε πολλές αναπαραστάσεις σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων. Είναι μία καταπληκτική συλλογή που χρησιμοποιείται βέβαια για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Δημιουργός τους ήταν ο γλύπτης Μητρόπουλος υπό την καθοδήγηση του ιατροδικαστή Βασίλη Κωνσταντέλου».
Και η λίστα με τα αντικείμενα που εκτίθενται στο μουσείο Εγκληματολογίας δεν σταματά εδώ. Απέναντι από τα κέρινα ομοιώματα βρίσκονται τα δέρματα με τα τατουάζ. Πρόκειται για δέρματα ανθρώπων που όταν πέθαιναν τους αφαιρούσαν. «Αυτό γινόταν μέχρι τη δεκαετία του 1950, μετά απαγορεύτηκε. Έβγαζαν το δέρμα στον αέρα και το στέγνωναν. Για να έχει κάποιος τατουάζ εκείνη τη δεκαετία έπρεπε να είναι, ή κακοποιός ή φυλακισμένος ή ναυτικός», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Στεφανίδου- Λουτσίδου. Σε κάποια δεσπόζουν γυναικείες μορφές, σε κάποια άλλα εθνικά σύμβολα, ονόματα γυναικών και φράσεις στα γαλλικά.
Επιπλέον, ξεχωριστό σημείο μέσα στην αίθουσα, κατέχει φωτογραφικό υλικό από διάσημα εγκλήματα των αρχών του 20ου αιώνα όπως το διάσημο έγκλημα του Χαροκόπου και το πτώμα του Αθανασόπουλου που το 1931 είχαν διαμελίσει και κάψει η γυναίκα του και η πεθερά του αντίστοιχα.
Η επίσκεψη στο Μουσείο Εγκληματολογίας ξεδιπλώνει μία διαφορετική ιστορία για τον τόπο με πρωταγωνιστές εγκλήματα και εγκληματίες που συγκλόνισαν το πανελλήνιο καθώς και γεγονότα που έγιναν πρωτοσέλιδα στον Τύπο και τάραξαν την κοινή γνώμη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου